Οι καλύτερες σκηνές με βροχή που είδαμε στη μεγάλη οθόνη

Είτε πρόκειται για love story είτε για ταινία δράσης, μια σκηνή στη βροχή είναι ό,τι πρέπει για να γίνουν πιο έντονα τα συναισθήματα των ηρώων, για να προωθηθεί η δράση, για να συγκινηθούμε κι εμείς οι θεατές.  Ιδού μερικές κινηματογραφικές σκηνές που ο σκηνοθέτης χρησιμοποίησε εύστοχα τη βροχή και πέτυχε διάνα!

Της Χρυσάνθης Ιακώβου / Αναδημοσίευση απο το artcoremagazine.gr

The Shawshank Redemption, του Frank Darabont (1994)

Ο πρωταγωνιστής μας βρίσκεται άδικα κλεισμένος στη φυλακή. Αφού περάσει είκοσι ολόκληρα χρόνια οργανώνοντας υπομονετικά ένα ευφυέστατο σχέδιο διαφυγής, θα καταφέρει τελικά να αποδράσει. Ο δρόμος για την ελευθερία περνά μέσα από έναν υπόνομο, στην έξοδο όμως θα τον περιμένει μία μεγαλειώδης βροχή, που σημαίνει λύτρωση, δικαίωση, ανακούφιση, κάθαρση -τόσο για τον ήρωα όσο και για τον θεατή. Αξέχαστη, μοναδική κινηματογραφική σκηνή.

Romeo + Juliet, του  Baz Luhrmann (1996)

Στο πρώτο μέρος της ταινίας, οι μοιραίοι σαιξπηρικοί εραστές γνωρίζονται, ερωτεύονται, ανταλλάζουν όρκους αιώνιας αγάπης και παντρεύονται στα κρυφά. Με το που παντρεύονται όμως αρχίζουν τα δύσκολα: ο ξάδερφος της Ιουλιέτας Τυβάλδος προκαλεί σε καυγά τον Ρωμαίο, γίνεται μια μικρή συμπλοκή και σκοτώνεται ο φίλος του Ρωμαίου, Μερκούτιος -την ίδια στιγμή μαύρα σύννεφα συγκεντρώνονται στον ουρανό. Ο Ρωμαίος θα εκδικηθεί για το θάνατο του φίλου του σκοτώνοντας τον Τυβάλδο, σε μια φρενήρη σκηνή, γυρισμένη με ιλιγγιώδη ταχύτητα, υπό τους ήχους της συγκλονιστικής μουσικής του Craig Armstrong και κάτω από τη δυνατή βροχή που πλημμυρίζει τους δρόμους της Βερόνας. Η βροχή εδώ δεν είναι απλώς ένα τέχνασμα για να γίνει η σκηνή πιο δραματική ή για να τονιστεί η απελπισία των ηρώων: θέλει να σηματοδοτήσει το πέρασμα από τον ρομαντικό έρωτα των δύο πρωταγωνιστών στο μοιραίο τέλος τους, που από αυτήν ακριβώς τη σκηνή και μετά έχει πλέον σφραγιστεί.

Great Expectations, του Alfonso Cuarón (1998)

Στη σύγχρονη κινηματογραφική εκδοχή του βιβλίου "Μεγάλες προσδοκίες" του Dickens, η Gwyneth Paltrow κάνει κόλαση τη ζωή του Ethan Hawke παίζοντας με τα αισθήματα του. Το βράδυ των εγκαινίων της έκθεσης ζωγραφικής του, ο ήρωας μας θα αποφασίσει να την διεκδικήσει. Θα τη συναντήσει σε ένα εστιατόριο, όπου γευματίζει με τον αρραβωνιαστικό της και ένα ζευγάρι φίλων, και θα την παρασύρει στην έξοδο. Εκεί στο δρόμο, κάτω από τη δυνατή βροχή, θα ανταλλάξουν ένα απελπισμένο φιλί, προτού χαθούν τρέχοντας μέσα στη νύχτα. Ασφαλώς η σκηνή δε θα είχε ούτε το μισό πάθος αν δεν έβρεχε καταρρακτωδώς -και αν δεν ακουγόταν η μουσική του Patrick Doyle.

Cast Away, του Robert Zemeckis (2000)

Ναυαγός και βροχή πάνε μαζί, καθώς μια τρομερή καταιγίδα ήταν η αιτία που ο πρωταγωνιστής μας κατέληξε σε ένα έρημο νησί. Όταν χρόνια μετά θα επιστρέψει στον πολιτισμό, (SPOILER) η αγαπημένη του θα είναι πλέον παντρεμένη με κάποιον άλλον. Μια αποτυχημένη απόπειρα επανένωσης τους θα πραγματοποιηθεί ένα βροχερό βράδυ, σε μια υπέροχη σκηνή, τόσο απελπισμένη όσο και συγκινητική. 

The End of the Affair, του Neil Jordan (1999)

Αυτή η ταινία έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τη βροχή, καθώς ταιριάζει γάντι με τον τραγικό έρωτα των δύο πρωταγωνιστών και φυσικά την αριστουργηματική μουσική του Michael Nyman. Δεν είναι τυχαίο που …βροχερή είναι και η αφίσα. Ο σκηνοθέτης σκόπιμα επιλέγει τον μουντό, σε γενικές γραμμές, καιρό σε όλη του την ταινία (εκτός από ελάχιστες ηλιόλουστες εξαιρέσεις σε σκηνές ευτυχίας), ενώ οι στιγμές που βρέχει είναι χαρακτηριστικές για την εξέλιξη της πλοκής. Έξυπνο και εύστοχο.

The Notebook, του Nick Cassavetes (2004)

 

Το "The Notebook" είναι ένα από τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά ρομάντζα που είδαμε ποτέ στη μεγάλη οθόνη, οπότε περιλαμβάνει ό,τι μπορεί να κάνει δυνατή μια ωραία ερωτική ιστορία. Οι πρωταγωνιστές μας, λοιπόν, είναι φουλ ερωτευμένοι, αλλά προέρχονται από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, γεγονός που θα τους οδηγήσει στο χωρισμό. Όταν ξανασυναντηθούν χρόνια μετά, θα φανούν ψύχραιμοι και άνετοι -μέχρι τη στιγμή δηλαδή που θα βρεθούν ξαφνικά στο μέσο μιας δυνατής καταιγίδας και τότε όλα τα ερωτικά συναισθήματα θα έρθουν στην επιφάνεια. Πρόκειται φυσικά για κλασική πλέον σκηνή!

Blade Runner, του Ridley Scott (1982)

Το θρυλικό έργο του Ridley Scott είναι κάτι παραπάνω από μια φουτουριστική ταινία δράσης. Παράλληλα με τα κυνηγητά μεταξύ ανθρώπων και μηχανών, το "Blade Runner" εκφράζει έναν βαθύ στοχασμό για την ίδια τη φύση του ανθρώπου. Η τελευταία μάλιστα σκηνή, με την τελική αναμέτρηση ανθρώπου και ρεπλίκας, καταλήγει σε έναν υπέροχο φιλοσοφικό μονόλογο, που δε θα είχε φυσικά την ίδια απήχηση αν πάνω στα κεφάλια των πρωταγωνιστών δεν έπεφτε δυνατή βροχή.

Road to Perdition, του Sam Mendes (2002)

Όταν σκηνοθετεί ο Sam Mendes, ξέρεις ότι θα δεις ταινία στυλιζαρισμένη, άρτια και τέλεια γυρισμένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Στο γκανκστερικό "Road to Perdition" όλα θα πάνε στραβά από τη στιγμή που ο γιος του Tom Hanks θα δει κάτι που δεν πρέπει και θα μάθει για τις δουλειές του μπαμπά του. Ο ήρωας έχει δυο επιλογές: να πάρει το μέρος του αφεντικού του ή του γιου του… Το τελικό ξεκαθάρισμα θα γίνει σε ένα σοκάκι, εν τω μέσω μιας καταρρακτώδους βροχής. Η σκηνή θα προσφερόταν για τρομερή δράση, όμως ο Mendes διάλεξε να βάλει τον ήχο στο mute και να αφήσει μόνο την τρυφερή μουσική του Thomas Newton να παίζει. Βροχή, μουσική και εμπνευσμένη σκηνοθεσία κάνουν τη σκηνή πραγματικό ποίημα. Ακόμα κι αν ξεχάσεις την υπόλοιπη ταινία, η σκηνή αυτή θα σου μείνει για πάντα.

Κινδυνεύει η ελευθερία του λόγου;

http://www.chrisanthiiakovou.gr/images/photo/kindineuei_i_eleutheria_tou_logou3.jpg

Μετά τα γεγονότα στο Καπιτώλιο, μπλοκαρίστηκαν, ως γνωστόν, οι λογαριασμοί του Τραμπ από τα social media. Αυτό μπορεί να φαντάζει δικαιολογημένο στα μάτια κάποιων: αν ένας άνθρωπος με μεγάλη επιρροή έχει τη δύναμη να προκαλέσει επεισόδια που απειλούν την τάξη και τη δημοκρατία, δεν είναι προς όφελος όλων να περιοριστεί η επιρροή αυτού του ανθρώπου; Φανταστείτε να μπορούσαμε να είχαμε ανακόψει κάποτε την επιρροή του Χίτλερ, για παράδειγμα, και να του είχαμε αφαιρέσει το δικαίωμα να μιλά στο ευρύ κοινό! Πόσο σωτήριο θα είχε αποδειχτεί αυτό!

Εκ των υστέρων βέβαια φαντάζει λογικό. Όμως πόσο λογικό είναι στα αλήθεια το να εμποδίζουμε κάποιον να μιλήσει ελεύθερα; Σήμερα είναι ο Τραμπ, αύριο ποιος θα μπορούσε να είναι; Αν δούμε την γενικότερη εικόνα, το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν ήταν σωστή ή λάθος η απόφαση να μπλοκαριστεί ο Τραμπ. Το πραγματικό ερώτημα είναι: είναι θεμιτό να στερείται κάποιος την ελευθερία του λόγου; Πόσο λεπτή είναι η γραμμή που διαχωρίζει το "μπλοκάρω κάποιον επειδή είναι πραγματικά επικίνδυνος" από το "μπλοκάρω κάποιον επειδή δε μου αρέσουν αυτά που γράφει"; Και το αμέσως επόμενο ερώτημα: ποιος είναι αυτός που αποφασίζει ποιοι θα μπλοκαριστούν και ποιοι όχι;

Εδώ και αρκετό καιρό διανύουμε την εποχή του politically correct, το οποίο από τη μια είναι σωστό ως τάση, από την άλλη όμως έχει ενισχύσει τη λογοκρισία, καταδικάζοντας βίαια οποιαδήποτε άποψη ξεφεύγει λίγο από την πολιτική ορθότητα. Η πανδημία ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τα πράγματα, καθώς γίνεται προσπάθεια να περιοριστούν οι φωνές που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την παγκόσμια υγεία. Όλα αυτά έχουν βέβαια μια δόση λογικής, αλλά μήπως τελικά δημιουργούν το κατάλληλο έδαφος που θα επιφέρει αύριο-μεθαύριο την πραγματική λογοκρισία και τον περιορισμό της ελευθερίας του λόγου;

Πάντα πίστευα ότι το μεγάλο στοίχημα αυτού του αιώνα θα ήταν η ελευθερία της σκέψης. Το να μπορείς να σχηματίζεις μια αντικειμενική και κατά το δυνατόν λογική άποψη, ανεπηρέαστος από την πλύση εγκεφάλου των ΜΜΕ και τον ιλιγγιώδη αποπροσανατολισμό των social media. Τελικά όμως το πράγμα οδεύει για αλλού. Πόσο εύκολο θα είναι άραγε στο μέλλον να εκφράζουμε δημοσίως την άποψη μας, όποια κι αν είναι αυτή; Θα μπορεί αυτό το άρθρο να δημοσιευτεί ανεμπόδιστα σε μερικά χρόνια;

Μετά την πανδημία: τι με τρομάζει περισσότερο

http://www.chrisanthiiakovou.gr/images/photo/meta_tin_pandimia.jpg

Προφανώς αυτή τη στιγμή ο μεγαλύτερος μας φόβος είναι να μην κολλήσουμε και να μην πεθάνουμε, αλλά δε χρειάζεται να είσαι αναλυτής για να καταλάβεις ότι αυτό που ζούμε τώρα είναι το πρώτο μόλις στάδιο από τα χειρότερα που θα ακολουθήσουν.

Δεν ξέρω κατά πόσο το σκεφτόμαστε τώρα -μιας και είμαστε αρκετά απασχολημένοι με το φόβο μας ή με τη λαχτάρα μας να βγούμε έξω όπως παλιά ή με την προσπάθεια μας να σώσουμε οτιδήποτε σώζεται- αλλά είναι αυτονόητο ότι το μεγάλο πρόβλημα δε θα είναι ούτε το ψυχικό κόστος ούτε οι κοινωνικές αλλαγές, αλλά μια νέα οικονομική κρίση.

Και τι είδους κρίση θα είναι αυτή; Δε θα είναι σαν αυτήν που βιώνουμε ήδη εδώ και δέκα χρόνια, αλλά δεν ξέρουμε και πώς ακριβώς θα είναι. Πανδημίες στην ιστορία της ανθρωπότητας έχουν υπάρξει πάρα πολλές, αλλά για τη δική μας γενιά είναι η πρώτη. Και είναι κάτι εντελώς πρωτόγνωρο και άγνωστο για εμάς.

Με την οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας το πράγμα έδειχνε κάπως να σταθεροποιείται. Ασφαλώς και συντελέστηκαν μεγάλες αλλαγές, αλλά η αργή επαναπροσαρμογή μας μάς οδήγησε τελικά σε μια σχετική ασφάλεια, συγκριτικά με τα πρώτα χρόνια. Οι αλλαγές όμως που προκαλεί μια πανδημία είναι και σαρωτικές και ραγδαίες: δύσκολα μπορείς να κάνεις προβλέψεις και ακόμα πιο δύσκολα μπορείς να προλάβεις τα χειρότερα.

Αλλά αυτό που κυρίως σου στερεί η πανδημία -και αυτό που μου φαίνεται το πιο φοβερό και τρομακτικό απ' όλα- είναι η επιθυμία σου να αντιδράσεις. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε τόσο με λάθος πολιτικούς χειρισμούς ή οικονομικά σκάνδαλα, αλλά με ένα ζήτημα ζωής και θανάτου. Ή για να το πω καλύτερα, μπορεί να έχουμε και πάλι σκάνδαλα και λάθος χειρισμούς εκ μέρους των εκάστοτε κυβερνήσεων, αλλά αυτά κατά κάποιον τρόπο χάνονται κάτω από το άλλοθι της υγείας.

Ο «εχθρός» εδώ δεν είναι συγκεκριμένες ομάδες προσώπων που ευθύνονται για την κακή κατάσταση της χώρας, αλλά ένας ιός. Μπροστά στον φόβο του θανάτου δέχεσαι σχεδόν τα πάντα, ακόμα κι αν σε πολλά πράγματα καταβάθος δε συμφωνείς. Έτσι, απέναντι σε ποιον να διαδηλώσεις, να εξεγερθείς, να αντιδράσεις; Ποιον να μαυρίσεις στις επόμενες εκλογές; Τι ακριβώς να διεκδικήσεις; Δεν μπορείς να ζητήσεις τα ρέστα από πουθενά, γιατί θεωρητικά κανείς δεν ευθύνεται.

Τι μέλλον λοιπόν μπορεί να έχει μια χώρα που οικονομικά θα καταστραφεί, αλλά δε θα έχει την ορμητικότητα να αντιδράσει και να διεκδικήσει; Κι αν δεν έχει αυτά τα δύο, πώς θα γίνουν οι αλλαγές για να πάει μπροστά;

Μια πανδημία παγώνει τα πάντα με έναν τρόπο απόλυτο, τόσο σε πρακτικό επίπεδο όσο και σε ψυχολογικό. Κι αυτός φαίνεται να είναι ένας πολύ κακός συνδυασμός. Αν προσθέσουμε σε αυτά τις μεγάλες αλλαγές που θα έρθουν στον τρόπο ζωής και στον τρόπο σκέψης -πράγματα που φαίνονται ήδη αρκετά καθαρά από τώρα- μιλάμε για ένα αγνώριστο μελλοντικό τοπίο. Ας είμαστε προετοιμασμένοι για όλα.

Διήγημα «Το χριστουγεννιάτικο παιχνίδι» στο περιοδικό οαναγνώστης

Το χριστουγεννιάτικο παιχνίδι, της Χρυσάνθης Ιακώβου, αναδημοσίευση από το περιοδικό οαναγνώστης/oanagnostis.gr (Δεκέμβριος 2020)

Ο καθηγητής της φωτογραφίας είπε βαριεστημένα και με φωνή ανέκφραστη: «Θέλω για τα Χριστούγεννα να φωτογραφίσετε ένα παιχνίδι, ένα παιχνίδι παλιό που αγαπούσατε, που θέλατε να αποκτήσετε ίσως, ακόμη κι ένα που μισούσατε».

Στο δρόμο για το σπίτι η φωτογράφιση τριγύριζε στο μυαλό του. Ένα παγωμένο αεράκι φυσούσε απαλά, ανακατωμένο με ανάλαφρες νιφάδες, κι αυτός σήκωσε ασυναίσθητα το γιακά του παλτού του. Τι στο καλό να έβγαζε; Μια ατέλειωτη σειρά από παιχνίδια πέρασε σε δευτερόλεπτα από τη μνήμη του, όταν ξαφνικά το μυαλό του σταμάτησε σε ένα συγκεκριμένο, που η εικόνα του ήταν τόσο παλιά και ξεθωριασμένη που την είχε σχεδόν ξεχάσει.

Ήταν-δεν ήταν εφτά χρονών και πλησίαζαν Χριστούγεννα. Ήταν επίσκεψη στη θεία του και είχε μαζί του το δώρο που του είχε μόλις κάνει ο πατέρας του για τις γιορτές: ένα τηλεκατευθυνόμενο τρενάκι. Ήταν ό,τι καλύτερο είχε λάβει ποτέ˙ είχε ενθουσιαστεί.

Κλεισμένοι στο δωμάτιο με τον ξάδερφό του έπαιζαν ξετρελαμένοι με το τρένο, όταν ακούστηκαν θόρυβοι. Συρσίματα, ένα τρίξιμο, ο ήχος ενός γυαλιού που γίνεται θρύψαλα. Βγαίνει απορημένος στον διάδρομο κι από τη μισάνοιχτη πόρτα του διπλανού δωματίου βλέπει τον πατέρα του και τη θεία του. Έχουν γείρει πάνω στο γραφείο, αυτή έχει τυλιγμένα τα χέρια της γύρω απ’ τον λαιμό του κι αυτός προσπαθεί με βίαιες κινήσεις να της σηκώσει τη φούστα.

Δεν ήταν τόσο ότι σοκαρίστηκε, όσο ότι απόρησε, δεν μπορούσε να καταλάβει αν αυτό που είδε ήταν φυσιολογικό ή όχι. Κι αν τα είπε όλα μονοκοπανιά στη μητέρα του φτάνοντας στο σπίτι, δεν το ‘κανε για να μαρτυρήσει τον πατέρα του, αλλά για να του λυθεί η απορία.

Τα Χριστούγεννα εκείνα ήταν τα χειρότερα της ζωής του. Πέρασαν αργά, σε ένα κλίμα έντασης, σιωπής και καυγάδων. Γι’ αυτό από τότε δεν αγαπά τα Χριστούγεννα, του φαίνονται σιωπηλά, άδεια, ενοχλητικά, σαν τον θόρυβο ενός γυαλιού που σπάει στην απόλυτη ησυχία ενός κενού δωματίου. Και βαθιά μέσα του του έχει μείνει μια ανεξήγητη αίσθηση ότι φταίει ο ίδιος γι’ αυτό, ότι μόνος του κατέστρεψε την αγαπημένη του γιορτή. Ότι αυτός χάλασε όλες τις γιορτές, όλες τις μέρες της ζωής του που ακολούθησαν από τότε.

Το παιχνίδι, που μέσα στην ταραχή του το ξέχασε στο σπίτι της θείας, δεν το ξαναπήρε πίσω. Το ζήτησε, αλλά ο ξάδερφος τού είπε πως, αφού το ξέχασε, δεν του ανήκει πια. Ούτε τον πατέρα του ξαναείδε από τότε. Λίγες βδομάδες μετά έφυγε από το σπίτι και έκτοτε δεν τον συνάντησε παρά ελάχιστες φορές.

Αναλογιζόμενος όλα αυτά του ήρθε μια εκπληκτική ιδέα. Αγόρασε από ένα κατάστημα παιχνιδιών ένα τρένο όμοιο με το απολεσθέν. Το έστησε στο σαλόνι του σπιτιού του κι άρχισε να το φωτογραφίζει με ζήλο. Στη συνέχεια πήρε ένα σφυρί κι άρχισε να το χτυπάει με όλη του τη δύναμη. Το τρενάκι κόπηκε στα δύο, οι ράγες έγιναν κομμάτια κι άρχισαν να πετάγονται προς όλες τις κατευθύνσεις, ο σταθμός προσγειώθηκε σε μια γωνιά του δωματίου, η χαρούμενη μουσική που έπαιζε σταμάτησε απότομα. Κι αυτός συνέχιζε να φωτογραφίζει. Όσο πιο πολύ χτυπούσε, τόσες πιο πολλές φωτογραφίες έβγαζε, τόσο πιο πολύ ένιωθε τους ορίζοντές του να ανοίγουν, την έμπνευση του να γιγαντώνεται, τη δημιουργικότητά του και την ελευθερία του να φτάνουν σε ένα ανεπανάληπτο και χωρίς προηγούμενο απόγειο. Πρώτη φορά σε όλη του τη ζωή ξέσπασε με τέτοια μανία και, όταν σταμάτησαν τα φλας, έγειρε δίπλα στα θρύψαλα αποκαμωμένος.

Ο δάσκαλος ενθουσιάστηκε. «Επιτέλους, έκανες το άλμα, πέρασες στο επόμενο επίπεδο, βρήκες τον φωτογραφικό σου εαυτό», τον γέμισε με καταιγισμό κομπλιμέντων.

«Ναι, ίσως», ψέλλισε αυτός κι έμεινε να κοιτάζει έξω απ’ το παράθυρο το χιόνι που έπεφτε αργά.

 

«Το φως ξεχύνεται κάτω απ' το νύχι», του Vesa Lahti (μεταφρ. Βίκυ Αλυσσανδράκη, Εκδόσεις Σαιξπηρικόν 2020) - κριτική βιβλίου

Της Χρυσάνθης Ιακώβου Περί ου/ Αναδημοσίευση απο το περιοδικό Περί ου

Στο ποιητικό σύμπαν του Φιλανδού ποιητή Βέσα Λάχτι τον πρώτο λόγο έχει η φύση. Τα σύννεφα, τα χωράφια, το φως, το νερό, οι εποχές -ειδικά το φθινόπωρο- διατρέχουν τους στίχους ολόκληρης της συλλογής. Ένας απέραντος ελεύθερος κόσμος που κινείται με τους δικούς του κανόνες και που ζωντανεύει εντυπωσιακά και αναπάντεχα χάρη στην εκφραστική δύναμη του ποιητή: «σύννεφα από αμυγδαλιές», «λαγώχειλη πεδιάδα», «αυγουστιάτικα σικαλοχώραφα», «στων άγουρων καρπών τα αργόσυρτα κύματα».

Όχι πως ο Λάχτι έχει μέλημα να υμνήσει τη φύση, δε φαίνεται να είναι αυτός ο σκοπός του. Θέλει απλώς μέσα σε αυτήν να τοποθετήσει το ποιητικό του υποκείμενο, τον άνθρωπο, και να τους βάλει σε έναν συνεχή διάλογο.

«Στην κατεβασιά του ποταμού

το δάσος καταρρέει 

Η βάρκα του φίλου στενάζει 

αραγμένη στη σάπια προκυμαία. 

Η φλογέρα του 

καρτερά στο παγκάκι της βάρκας»,

___

«Κάθομαι δίπλα στο παράθυρο 

ακούω 

πώς ανθίζει η βροχή».

Μέσα στο φυσικό τοπίο -που συνεχίζει ανεμπόδιστα την πορεία του- ο άνθρωπος προσδοκά, ονειρεύεται, διαψεύδεται, ερωτεύεται και όλο αυτό δημιουργεί ένα ενδιαφέρον ποιητικό παιχνίδι.

«Πικρό ξημέρωμα. 

Ο ήλιος αλάτι στις πληγές μου».

___

«Είναι κι αυτό

το απαγορευμένο τραγούδι

που κόβει βόλτες πάνω από το σκονισμένο δρόμο».

Πίσω από τους ωραίους στίχους, τις όμορφα επιλεγμένα λέξεις και τις δυνατές εικόνες ο Λάχτι δημιουργεί αντιθέσεις, οδηγεί τον αναγνώστη σε συνειρμούς και κρύβει νοήματα που αποκαλύπτονται μετά από πολλές αναγνώσεις.

«Σκοτεινό δάσος. 

Στη στέγη η τρύπα που άνοιξε η σκουριά».

___

«Μόνο οι καλόκαρδοι ηλίθιοι 

κλαίνε κάθε ξημέρωμα».

Η φειδωλή χρήση των σημείων στίξης και η παντελής απουσία τίτλων δημιουργεί μια ρευστότητα, μια αδιάκοπη κίνηση και την αίσθηση της ενότητας, σαν ο ποιητής να πραγματεύεται το ίδιο θέμα από πολλές διαφορετικές πλευρές.

«Το φως ξεχύνεται κάτω απ' το νύχι», με τον εντυπωσιακό και χαρακτηριστικό τίτλο, είναι μια ποιητική συλλογή που προκαλεί αίσθηση με τους γλωσσικούς και εκφραστικούς χειρισμούς και τη δύναμη των εικόνων. Μπορεί να διαβαστεί ξανά και ξανά για την απόλαυση του λόγου, για την «ανακάλυψη» των κρυμμένων νοημάτων και για τον αποφθεγματικό της χαρακτήρα.

«Γράμματα χαραγμένα στην πέτρα.
Ένας ήλιος που βγαίνει απ' τη θάλασσα
εκτοξεύει καθάριες σκιές
στις ραβδώσεις που γράφει το αλάτι.
Το όνομά σου
μες στο δικό μου.
Μαζί περιδιαβαίνουν
την πέτρινη πόλη μας
περνώντας πύλες που οδηγούν στο σκοτάδι
χάνονται μες στο δέρμα μας
μεταμορφωμένες σε αχνά σημάδια του έρωτα».