Γεράσιμος Σκιαδαρέσης
«Δεν είμαι ο τύπος που χαίρεται τη δημοσιότητα»
Πριν συναντήσω τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση ήξερα περίπου τι να περιμένω. Τον είχα παρακολουθήσει σε πολλές συνεντεύξεις: σοβαρός, μετρημένος, να λέει ότι η δημοσιότητα δεν είναι και το καλύτερο του… Τον συνάντησα ένα βράδυ στο θέατρο, κανένα μισάωρο πριν ανεβεί στη σκηνή, με το μακιγιάζ μισοτελειωμένο στο πρόσωπο και με μια ευχάριστη βαβούρα να πλανιέται στο χώρο. Κόντρα σε αυτά η ευγένεια του –τόσο έντονη που μου έκανε εντύπωση. Καθίσαμε δίπλα-δίπλα και αρχίσαμε να μιλάμε σοβαρά και χαμηλόφωνα. Ήταν τόση η ηρεμία στην κουβέντα μας που ξέχασα μέχρι και να περάσω από τον πληθυντικό στον ενικό αριθμό.
Τις Σέρρες τις βρίσκει υπέροχες. Έτσι ξεκινήσαμε.
«Μου αρέσουν οι άνθρωποι, το φαγητό, η νυχτερινή ζωή, η φύση γύρω από την πόλη… Ό,τι έχω δει μου αρέσει».
Ο ίδιος είναι από την Πάτρα, μένει εκτός κέντρου Αθηνών και είναι άνθρωπος της φύσης –όλα αυτά τα μαθαίνω σε δευτερόλεπτα, καθώς αυθόρμητα τον βομβαρδίζω με ερωτήσεις. Περιμένω να ακούσω ότι θα έμενε πρόθυμα και στην επαρχία.
«Άνετα, άνετα, αν μου το επέτρεπε η δουλειά μου. Τώρα δε μου το επιτρέπει».
Πόσο ευέλικτος! Θα άλλαζε, λέει, και δουλειά και δε θα είχε πρόβλημα να κάνει οποιαδήποτε.
«Δε θα τις αγαπούσα βέβαια όλες. Αν πουλούσα καρέκλες, για παράδειγμα, δε θα με γέμιζε, αλλά ασφαλώς και θα το έκανα προκειμένου να ζήσω. Οι δουλειές που αγαπώ είναι φυσικά το θέατρο και κάποιες άλλες ασχολίες που έχω ως χόμπι, όπως η κηπουρική».
Ευθύς, κατασταλαγμένος, μιλά τόσο απλά και ουσιαστικά. Η φωνή του παίρνει μια πιο ζωηρή χροιά μόλις η κουβέντα μας έρχεται στα επαγγελματικά του.
«Θεωρώ τον εαυτό μου εξαιρετικά τυχερό. Και που κάνω τη δουλειά που αγαπώ και που έχω ακόμα δουλειά».
Μου αρέσει η αίσθηση αυτή του βαθύτατα ικανοποιημένου ατόμου που βγάζει, αλλά σε εκείνο το σημείο γυρνώ και τον κοιτάζω πλάγια: μπορούμε να κάνουμε τόσο ιδανικά τη δουλειά που μας αρέσει χωρίς να βάζουμε νερό στο κρασί μας;
«Ασφαλώς και όχι. Πάντα υπάρχουν συμβιβασμοί. Αλλά και πάλι θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, έχω κάνει λίγους συμβιβασμούς, κι αυτό γιατί έτσι έτυχε, δε χρειάστηκε να κάνω. Αν χρειαζόταν θα έκανα προκειμένου να μη χαλάσω μια συνεργασία ή, για παράδειγμα, για να σπουδάσω τα παιδιά μου».
Πρέπει πάντως, για όποιον μας έβλεπε, να αποτελούσαμε ένα εξαιρετικά αστείο θέαμα: να μιλάμε σιγανά και με απόλυτη σοβαρότητα, την ίδια στιγμή που ο Σκιαδαρέσης είναι μακιγιαρισμένος εντελώς φαιδρά και ντυμένος σαν αρχαίος Έλληνας. Και ισχυρίζεται κιόλας ότι δε θεωρεί τον εαυτό του κωμικό ηθοποιό!
«Όχι, δε θα έλεγα. Πάρα πολύ συχνά μου προτείνουν και δραματικούς ρόλους. Ως κωμικός η αναγνώριση έγινε στο Καφέ της Χαράς. Αλλά μετά ακολούθησε το Χαρά Αγνοείται. Οπότε νομίζω πως ανήκω εξίσου και στα δύο. Και καλύτερα βέβαια, γιατί μου αρέσει να κάνω διαφορετικά πράγματα».
Και όπως δηλώνει αμέσως μετά, αγαπάει εξίσου και τα δύο.
«Φυσικά και διασκεδάζω στην κωμωδία, το ίδιο όμως και στο δράμα. Επειδή είμαι τύπος της πλάκας, το διασκεδάζω εξίσου».
Κι εγώ που αναρωτιόμουν πως αντέχουν οι ηθοποιοί όταν ερμηνεύουν ψυχοπλακωτικούς ρόλους…
«Όχι, από ένα ρόλο δεν επηρεάζομαι ποτέ. Επηρεάζομαι από άλλα πράγματα, από κακές συνθήκες δουλειάς, από κακές συνεργασίες… Υπήρξαν όμως και φορές που αισθανόμουν ότι δεν είχα βρει το ρόλο. Τότε τυραννιόμουν αφάνταστα. Σαν να προσπαθούσα να αγαπήσω έναν άνθρωπο που έπρεπε να μισώ. Ήταν πολύ ψυχοφθόρο».
Δεν είναι η πρώτη φορά που σε κουβέντα με ηθοποιό ακούγεται η λέξη «ψυχοφθόρος»…
«Ναι, είναι ψυχοφθόρα δουλειά, αλλά και ψυχοθεραπευτική παράλληλα. Όταν είναι καλές οι συνθήκες και οι συνεργασίες, είναι ευεργετική. Η δουλειά αυτή γίνεται μόνο αν αγαπάς τους πάντες: το ρόλο, τους συναδέλφους, το σκηνοθέτη, δε γίνεται αλλιώς. Μια κακή συνεργασία σε βασανίζει, δε σε αφήνει να καταθέσεις την ψυχή σου. Γιατί με αυτό παίζεις, με το συναίσθημα, με την ψυχή».
Ακούγοντας τον να μιλάει έτσι, καταλαβαίνω γιατί δεν τον ενδιαφέρει η δημοσιότητα. Η ουσία της δουλειάς του, προφανώς, βρίσκεται αλλού.
«Μου αρέσει μέχρι ενός σημείου, αλλά δεν είμαι ο τύπος που τη χαίρεται… Μου λείπει, για παράδειγμα, που δεν μπορώ να καθίσω κάπου μια ολόκληρη ώρα για καφέ χωρίς να έρθει κάποιος να μου μιλήσει. Όχι πως με ενοχλεί, απλώς δεν είναι κάτι που επιδίωξα, δεν έγινα ηθοποιός για να γίνω γνωστός. Είναι όμως φυσικό επακόλουθο, το ήξερα. Αν δεν ήθελα να με γνωρίζουν, ας μην έκανα τηλεόραση, σωστά;».
Προσπαθώ πάντως τόση ώρα να συμβιβάσω μέσα μου τις δυο εικόνες: τον Σκιαδαρέση που έχω δίπλα μου, σοβαρό, ήρεμο, κατασταλαγμένο, με τους κωμικούς ρόλους στους οποίους τον έχω δει, όπου είναι ανοιχτός, έξω καρδιά, πλακατζής…
«Είμαι και έτσι, αλλά σε δεύτερο χρόνο. Η πρώτη εντύπωση που δίνω πάντα είναι ότι είμαι κλειστός. Θέλω χρόνο για να ανοιχτώ. Από κάτω κρύβεται ένα πολύ γελοίο άτομο. Ένα άτομο που ανά πάσα στιγμή είναι έτοιμο για την όποια γελοιότητα».
Εδώ μου χαρίζει και το πρώτο πλατύ χαμόγελο, είναι σχεδόν έτοιμος να βάλει τα γέλια. Η κουβέντα μας γίνεται πιο οικεία και μου βγαίνει αυθόρμητα να τον ρωτήσω για το γάμο του με την Μπέσυ Μάλφα. Πώς είναι ένας γάμος μεταξύ τόσο διάσημων ηθοποιών; Είναι κάτι που σε δένει, σε χωρίζει; Πρέπει να του το έχουν ρωτήσει αυτό αμέτρητες φορές, αλλά μου απαντά με τη γνωστή ήρεμη φωνή του.
«Ο ένας κατανοεί τους χρόνους και τα προβλήματα του άλλου, τις αγωνίες… Ανταγωνισμό δεν έχουμε. Δεν ξέρω τι θα γινόταν βέβαια αν η Μπέσυ ήταν πρώτο όνομα κι εγώ κομπάρσος, τότε ίσως και να είχα πρόβλημα, δεν ξέρω. Αλλά τώρα χαιρόμαστε ο ένας με την επιτυχία του άλλου».
Ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης έχει δώσει ρεσιτάλ θετικής ενέργειας. Τον κοιτώ κατάματα και τον ρωτώ προτού πατήσω το stop: επαγγελματικά απωθημένα; Μου σκάει ένα πλατύ χαμόγελο και μου λέει με ελαφρώς παραπονεμένη φωνή:
«Μόνο ένα: να παίξω Σαίξπηρ. Δεν προέκυψε ποτέ. Είμαι περήφανος για ό,τι δουλειές έχω κάνει και δεν αισθάνομαι να μου λείπουν οι μεγάλοι ρόλοι, αλλά Σαίξπηρ θέλω πολύ να παίξω γιατί μου αρέσει ως συγγραφέας. Πιστεύω πως κάποια στιγμή θα τύχει!».
Περιοδικό Ser-Free, #35, Δεκέμβριος 2014