Ο Άλλος Αδερφός, του Βαγγέλη Γιαννίση (Εκδόσεις Διόπτρα, 2023)-κριτική βιβλίου
Της Χρυσάνθης Ιακώβου / Αναδημοσίευση από το Fractal
Η εξαφάνιση ενός νέου, η οικογένεια που έμεινε πίσω και η αυτοκτονία που τα ανατρέπει όλα
Ο Άλλος Αδερφός ξεχωρίζει από τα βιβλία του Γιαννίση, με την έννοια ότι φαίνεται ότι ο συγγραφέας αισθάνεται πολύ καλά με αυτό, ότι νιώθει πιο ελεύθερος καθώς πλάθει την ιστορία του και χειρίζεται με ιδιαίτερα ευρηματικό τρόπο την υπόθεση του.
Καταρχάς, στο βιβλίο αυτό ξεφεύγουμε από το κλασικό αστυνομικό μυθιστόρημα, δεν έχουμε δηλαδή ένα πτώμα και έναν δολοφόνο που τον ψάχνει η αστυνομία μέχρι την τελευταία σελίδα. Αυτό που έχουμε είναι μια εξαφάνιση, για την οποία μάλιστα διαθέτουμε και ελάχιστα στοιχεία, πράγμα που σημαίνει ότι όλα τα λογοτεχνικά ενδεχόμενα είναι ανοιχτά – και είναι όντως ανοιχτά, καθώς βλέπουμε πως οι εξελίξεις αλλάζουν συνεχώς κατεύθυνση.
Βρισκόμαστε λοιπόν στην Ελευσίνα του 1988 και αυτός που εξαφανίζεται είναι ο έφηβος Ηλίας. Πολλά χρόνια μετά, το 2021, ο αδερφός του Ηλία, ο Θέμης, ο οποίος είναι δημοσιογράφος αλλά και συγγραφέας ενός πολύ επιτυχημένου βιβλίου που αφορά την υπόθεση του εξαφανισμένου αδερφού του, επιστρέφει στην Ελευσίνα μετά από χρόνια παραμονής στο εξωτερικό και η ιστορία της εξαφάνισης φαίνεται να έρχεται πάλι στο προσκήνιο.
Το πρώτο πράγμα που με ιντρίγκαρε καθώς ξεκίνησα να διαβάζω τον Άλλο Αδερφό ήταν ότι το βιβλίο αρχίζει με μια αυτοκτονία. Συνεχίζοντας την ανάγνωση διαπίστωσα με έκπληξη ότι όλο το χρονικό της εξαφάνισης του Ηλία δεν θα το μάθουμε από τον αφηγητή, αλλά μέσα στο βιβλίο υπάρχει ολόκληρο ένα ακόμα βιβλίο, αυτό που έγραψε ο ήρωάς μας, ο Θέμης, για τον αδερφό του. Έχει κανονικό εξώφυλλο, τίτλο, διαφορετική γραμματοσειρά από το υπόλοιπο βιβλίο και εμπεριέχει όλες τις πληροφορίες για την εξαφάνιση του Ηλία, τις έρευνες της αστυνομίας, τα πιθανά σενάρια για τον ένοχο, όλα όπως τα βίωσε ο Θέμης. Ένα πολύ έξυπνο λογοτεχνικό τέχνασμα, που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον για τον αναγνώστη και φυσικά εξυπηρετεί και τους σκοπούς του συγγραφέα, γιατί ο Γιαννίσης είχε τους λόγους του για να το κάνει αυτό.
Το τρίτο πράγμα που με ιντρίγκαρε και με κέρδισε οριστικά στο βιβλίο ήταν όταν διάβασα ότι οι γονείς του Ηλία «θρηνούσαν από τύψεις, επειδή τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια εύχονταν ενδόμυχα ο γιος τους να εξαφανιζόταν». Πώς μπορεί ένας γονιός να εύχεται να εξαφανιστεί το παιδί του; Και τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την υπόθεση του βιβλίου;
Έχει ενδιαφέρον ότι εκτός από την ίδια την εξαφάνιση βλέπουμε και τις επιπτώσεις που αυτή φέρνει σε μια οικογένεια, τον τρόπο με τον οποίο διαταράσσονται οι μεταξύ τους σχέσεις και ο ψυχισμός του καθενός. Πώς εξελίχτηκαν οι ζωές του Θέμη και των γονιών μετά το συμβάν; Και τι αντίκτυπο είχε στην κοινωνία όλο αυτό που συνέβη; Πώς τους αντιμετώπισαν μετά οι συμπολίτες τους; Στον Γιαννίση αρέσει γενικά να προσεγγίζει τα θέματά του από μια πιο κοινωνική σκοπιά, να μας παρουσιάζει αίτια, αποτελέσματα, προεκτάσεις, όπως είχε κάνει, για παράδειγμα, και στο Ίνκουμπους με το θέμα των βιασμών.
Γι’ αυτό και υπάρχει μια μεγάλη ελευθερία στο βιβλίο, η ιστορία αναπνέει, η υπόθεση παίρνει συνεχώς διαφορετικές τροπές και κατευθύνσεις, δεν εγκλωβίζεται στα όρια του κλασικού αστυνομικού. Καταρρίπτεται ακόμα και η εικόνα του σκληροτράχηλου και ικανού αστυνομικού που χάρη στο επαγγελματικό του δαιμόνιο διαισθάνεται τον ένοχο – στον Άλλο Αδερφό βλέπουμε πως ο αστυνομικός που αναλαμβάνει αρχικά την υπόθεση κάνει πολύ κακούς χειρισμούς.
Ο Γιαννίσης έχει στήσει το συγκεκριμένο βιβλίο του με έναν πιο ιντριγκαδόρικο και παιχνιδιάρικο τρόπο - παιχνιδιάρικο με την έννοια ότι έχει επιστρατεύσει πολλά λογοτεχνικά τεχνάσματα και κλείνει πολλές φορές το μάτι στον αναγνώστη. Για παράδειγμα, ο Γιαννίσης είναι ο συγγραφέας που χρησιμοποιεί για ήρωά του έναν συγγραφέα. Ο Γιαννίσης γράφει ένα βιβλίο για μία εξαφάνιση και μέσα στο βιβλίο του υπάρχει ακόμα ένα βιβλίο για την ίδια εξαφάνιση. Επίσης, στον Άλλο Αδερφό βρίσκουμε στοιχεία από άλλα μυθιστορήματα του Βαγγέλη Γιαννίση, τα οποία κουμπώνουν στην υπόθεση με έναν πολύ ευφάνταστο τρόπο. Αυτό δίνει μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία στο βιβλίο και φέρνει ένα απολαυστικό αποτέλεσμα, ειδικά για τους σταθερούς αναγνώστες του Γιαννίση.
Ένα ακόμα θετικό χαρακτηριστικό του Άλλου Αδερφού είναι ότι το βιβλίο εκτυλίσσεται στην Ελευσίνα, η οποία είναι η πόλη καταγωγής του Γιαννίση. Έχει πάντα ενδιαφέρον όταν ένας συγγραφέας αποφασίζει να επιστρέψει λογοτεχνικά στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Όλες οι περιγραφές, όλες οι πληροφορίες, όλες οι εικόνες είναι βιωματικές κι αυτό φαίνεται και στο βιβλίο, κάνει τον συγγραφέα να κινείται πιο άνετα, πιο οικεία, το συναίσθημα στη γραφή είναι πιο πηγαίο και πιο γνήσιο.
Γενικά μια επαρχιακή πόλη προσδίδει σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα μια άλλη αύρα, μια άλλη φυσιογνωμία, μια πιο μυστηριώδη αίσθηση, σε αντίθεση με το ψυχρό και απρόσωπο ύφος της μεγαλούπολης στην οποία έχει τελεστεί ένα έγκλημα. Ο Άλλος Αδερφός θα ήταν ένα πολύ διαφορετικό βιβλίο αν μας μετέφερε στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη.
Φυσικά όταν μιλάμε για αστυνομικό μυθιστόρημα το παν είναι οι ανατροπές. Ο Άλλος Αδερφός είναι ένα βιβλίο που έχει όλα τα φόντα για να πάρει πολλές αναπάντεχες κατευθύνσεις, ειδικά αν σκεφτούμε ότι δεν έχουμε καν μια δολοφονία, έχουμε απλώς έναν εξαφανισμένο έφηβο, ο οποίος μπορεί κάλλιστα να είναι και ζωντανός. Ο Γιαννίσης εκμεταλλεύεται στο έπακρο αυτήν τη συνθήκη και δεν διστάζει να παίξει με πολλά και διαφορετικά ενδεχόμενα, να παραπλανήσει τον αναγνώστη, να του στρέψει την προσοχή σε αρκετά πρόσωπα. Καινούργια στοιχεία και νέοι ήρωες εμφανίζονται συνεχώς καθώς προχωράμε προς το φινάλε.
Έχει μάλιστα ενδιαφέρον το γεγονός ότι όταν η υπόθεση δείχνει κάπως να ξεκαθαρίζει, έχουμε ακόμα 80 περίπου σελίδες για το τέλος. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς «τι άλλο μπορεί να συμβεί;». Κι όμως, πολλά μπορούν να συμβούν, γιατί οι εκπλήξεις δεν σταματούν αν δεν φτάσουμε στο τέλος.
Ο Γιαννίσης έχει γράψει ένα χορταστικό μυθιστόρημα, φαίνεται πως το απόλαυσε και ο ίδιος όταν το έγραφε και την ίδια απόλαυση αισθάνεται και ο αναγνώστης. Έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός καλού αστυνομικού μυθιστορήματος, δηλαδή τις ανατροπές, τα στοιχεία που εμφανίζονται σταδιακά, τους αμφιλεγόμενους χαρακτήρες, αλλά φλερτάρει και με το θρίλερ, έχει μυστήριο, έχει μια σκοτεινή αύρα που τυλίγει τόσο τα γεγονότα όσο και τους ήρωες. Και παράλληλα έχει και κοινωνικές προεκτάσεις, θίγει κοινωνικά θέματα, εστιάζει στις συμπεριφορές και στις αντιδράσεις των ανθρώπων, αφιερώνει χρόνο και χώρο για να ασχοληθεί με τις παθογένειες του κόσμου όπου ζούμε. Φτάνοντας στο τέλος εμείς οι αναγνώστες αποζημιωνόμαστε μεν από το φινάλε και από την αναγνωστική απόλαυση, αλλά από την άλλη σε πόσο μεγάλο βαθμό μπορείς να λυτρωθείς όταν ζεις σε έναν κόσμο όπου συμβαίνουν τρομερά εγκλήματα; Αυτή είναι η σκέψη του συγγραφέα, που την αφήνει να πλανάται στις τελευταίες σελίδες. Και είναι μια ενδιαφέρουσα σκέψη για να σου μείνει στο μυαλό όταν τελειώνεις την ανάγνωση ενός καλού αστυνομικού βιβλίου.